Το Nobody Wants to Die είναι ένα πανέμορφο παιχνίδι ντετεκτιβικής έρευνας σε έναν κόσμο με κυβερνοπάνκ-νουάρ ατμόσφαιρα, το οποίο κάπως «κολλάει» στο gameplay.
Στο Nobody Wants to Die, βρισκόμαστε σε έναν κόσμο μερικές εκατοντάδες χρόνια μετά από τη σημερινή εποχή (Νέα Υόρκη, 2329) και ο θάνατος δεν είναι όπως τον ξέρουμε τώρα.
Ο θάνατος δεν έχει πια σημασία, στον κόσμο του Nobody Wants to Die
Μέσω της τεχνολογίας, οι άνθρωποι έχουν βρει το κλειδί για την αθανασία: είναι η αλλαγή σωμάτων, η μεταφορά της συνείδησης του ανθρώπου από το ένα σώμα στο άλλο.
Έτσι, ο πρωταγωνιστής είναι ένας ντετέκτιβ πάνω από 100 ετών, ο οποίος, προφανώς, έχει δει πολλά στην καριέρα του.
Λοιπόν, μπλέκει σε μια αλλόκοτη υπόθεση, όταν ένας σίριαλ κίλερ αρχίζει να σκοτώνει πλούσιους, σε μια υπόθεση που φαίνεται να έχει «πλοκάμια» που φτάνουν αρκετά βαθιά.
Καθώς πρόκειται για παιχνίδι που τιμά το είδος του κυβερνοπάνκ, βλέπουμε εταιρείες με άπληστες διαθέσεις, βλέπουμε πλούσιους που απολαμβάνουν απίστευτη χλιδή και τρομερά προνόμια, όσο απλοί άνθρωποι ζουν σε διαλυμένες καλύβες κάτω από πελώρια ατσάλινα κτίρια και πινακίδες νέον.
Η δεκαετία του 50, αλλά εκατοντάδες χρόνια στο μέλλον
Αυτό που διαφοροποιεί το Nobody Wants to Die από τα συνηθισμένα παιχνίδια του κυβερνοπάνκ είναι η νουάρ ατμόσφαιρα και η αισθητική που έρχεται από παλιότερες δεκαετίες.
Το κλίμα, η μουσική, οι διάλογοι, τα ρούχα, το στήσιμο της πλοκής, όλα θυμίζουν ασπρόμαυρη ταινία με ντετέκτιβ, ενώ οδηγούμε ένα αυτοκίνητο βγαλμένο από την δεκαετία του 50, το οποίο όμως… πετάει -και δεν είναι το μόνο: ο σκοτεινός ουρανός της πόλης είναι γεμάτος με ιπτάμενα οχήματα, όλα παλιού τύπου.
Φανταστικά γραφικά
Οι δημιουργοί έχουν επιλέξει να μας δώσουν μικρές τοποθεσίες για εξερεύνηση, αποκομμένες μεταξύ τους, με αποτέλεσμα έναν εξαιρετικά όμορφο οπτικό τομέα, που ξεχωρίζει αμέσως και μοιάζει να ανήκει σε μεγαλύτερη παραγωγή, με θαυμάσια εφέ καπνού, με εντυπωσιακό φωτισμό σε σημεία και βροχή που ενισχύει την ατμόσφαιρα σημαντικά.
Υπάρχουν κάποιες ατέλειες εδώ κι εκεί, υπάρχουν σημεία που φανερώνουν πως δεν πρόκειται για παιχνίδι ΑΑΑ (τα μοντέλα των χαρακτήρων δεν είναι επιπέδου ΑΑΑ, οι κινήσεις τους, επίσης, είναι περιορισμένες και απότομες, ενώ βλέπουμε λίγους χαρακτήρες στην οθόνη μας -επίσης, υπάρχουν κάποιες θολούρες, εδώ κι εκεί, σε εφέ και textures).
Συνολικά, όμως, η εικόνα κερδίζει τις εντυπώσεις: παίζουμε σε πρώτο πρόσωπο και μερικές φορές μας δίνεται η ευκαιρία να απολαύσουμε κυβερνοπάνκ κάδρα που σπάνια βλέπουμε σε τέτοιο μεγαλείο.
Όταν ο ντετέκτιβ μας βγαίνει από το όχημα για να καπνίσει, παρκαρισμένος στον αέρα, πάνω από την πόλη, μπορούμε να κοιτάξουμε τριγύρω και να δούμε επιβλητικά κτίρια, με αισθητική που θυμίζει BioShock, τεράστιες πινακίδες και ολογράμματα, εντυπωσιακή βροχή, δεκάδες οχήματα στον αέρα και ανθρώπους στο έδαφος.
Μια ατμοσφαιρική νουάρ εμπειρία σε ένα κυβερνοπάνκ μέλλον
Σε κάποια σημεία, το αποτέλεσμα είναι πραγματικά εντυπωσιακό, πολύ περισσότερο απ’ ό,τι συνηθίζεται σε παιχνίδια τέτοιου μεγέθους. Βέβαια, για να έχουμε τόσο εντυπωσιακό οπτικό τομέα, για να μπορέσει η ομάδα ανάπτυξης να φτιάξει αυτά τα πανέμορφα κάδρα με την Unreal Engine 5, γίνονται θυσίες αλλού: οι τοποθεσίες είναι πάντα πολύ, πολύ μικρές σε μέγεθος, ενώ είναι και άδειες, χωρίς ανθρώπους ή άλλα σημεία ενδιαφέροντος -αυτά τα βλέπουμε μόνο από ψηλά, αλλά όταν εξερευνούμε με τα πόδια τις περιοχές, είναι κενές.
Είναι μια κατανοητή επιλογή εκ μέρους της εταιρείας ανάπτυξης και μια που βγάζει νόημα, σε κάθε περίπτωση, ενώ έχει γίνει καλή δουλειά στη δημιουργία μιας ψευδαίσθησης ότι βρισκόμαστε σε έναν μεγαλύτερο κόσμο: βλέπουμε μέρη της πόλης μπροστά μας, με μεγάλες τοποθεσίες και ουρανοξύστες που φτάνουν ως εκεί που μπορούμε να κοιτάξουμε, με τεράστια καλώδια και οθόνες παντού, ενώ μπορούμε να διαβάσουμε σε εφημερίδες για τον κόσμο του παιχνιδιού και έτσι αυτός αποκτά μεγαλύτερο νοητό βάθος.
Η μουσική, επίσης, κινείται στο κατάλληλο ύφος: νουάρ κυβερνοπάνκ με ντετέκτιβ και λίγο από ρετροφουτουρισμό τύπου BioShock. Τελικά, έχουμε μια βιτρίνα, έναν ψεύτικο κόσμο που δεν επιτρέπει αλληλεπίδραση, αλλά είναι πανέμορφος και ατμοσφαιρικός.
Βασικού τύπου gameplay, με κάτι από Batman
Το gameplay, τώρα, είναι εντελώς βασικού τύπου -ανήκει στην κατηγορία που θα ονομάζαμε walking simulator με λίγους απλούς γρίφους. Αυτό που κάνουμε είναι να περπατάμε στις μικρές τοποθεσίες, να βγάζουμε διάφορα γκάτζετ και να τα χρησιμοποιούμε για να βρούμε στοιχεία, σε μια διαδικασία που θυμίζει την ντετεκτιβική έρευνα του Batman.
Θα ακολουθήσουμε καλώδια κοιτώντας τα μέσα από τους τοίχους με ειδικό φως, θα ακολουθήσουμε αίμα και άλλα υγρά στο έδαφος με παρόμοιο τρόπο, ενώ θα χρειαστεί να γυρίσουμε τον χρόνο πίσω σε αρκετά σημεία, με ένα ειδικό εργαλείο (θυμίζει τα Braindance του Cyberpunk) για να δούμε τι έχει συμβεί στον κάθε τόπο εγκλήματος.
Στην αρχή, όλα αυτά είναι ενδιαφέροντα και διασκεδαστικά, ενώ έχουν αποδοθεί με όμορφο τρόπο (μπορείς να κινείς τον χρόνο πίσω-μπροστά και να βλέπεις έναν χαρακτήρα να χτυπά το κεφάλι του σε τζάμι, ή να βλέπεις πώς έπεσε κάποιος από ένα μπαλκόνι, ή να παρακολουθείς ένα σκηνικό με πυροβολισμούς σε αργή ταχύτητα).
Ωστόσο, μετά από λίγη ώρα, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του παιχνιδιού για ενσωμάτωση δραστηριοτήτων ώστε να υπάρχει ποικιλία, η επανάληψη αρχίζει να γίνεται κουραστική, αφού επί της ουσίας κάνουμε συνεχώς το ίδιο πράγμα, το οποίο δεν είναι και πολύ συναρπαστικό.
Πού και πού προκύπτουν και μερικά προβλήματα: όσο γυρνάμε τον χρόνο πίσω, μπορεί ένα αντικείμενο να μπει μπροστά στην οθόνη και να μην μπορούμε να κάνουμε σωστά το mini game που χρειάζεται να ολοκληρώσουμε για να χρησιμοποιήσουμε το εργαλείο που παίζει με τον χρόνο (κάποια στιγμή το έκανα στην τύχη, χωρίς να βλέπω).
Το σενάριο του Nobody Wants to Die
Το σενάριο, επίσης, είναι εντελώς τυπικό. Παρά τις ενδιαφέρουσες πινελιές, όπως η ρετρονουάρ ατμόσφαιρα και οι χαρακτήρες που έχουν ξεπεράσει τα 300 χρόνια ζωής, το Nobody Wants to Die δεν κάνει κάτι ιδιαίτερο με τα ξεχωριστά στοιχεία του και μας δίνει, τελικά, μια συνηθισμένη ιστορία, με αδιάφορους χαρακτήρες και με πολλά κλισέ του είδους του (όλων των ειδών στα οποία ανήκει αφηγηματικά, όπως ο μπαρουτοκαπνισμένος ντετέκτιβ που μιλά συνεχώς με ατάκες, καπνίζει και πίνει ασταμάτητα).
Επίσης, οι αφηγηματικές τεχνικές που χρησιμοποιούνται είναι κάπως ξεπερασμένες και κουράζουν: για παράδειγμα, σε κάποια σημεία θα ακούτε διάλογο (με αξιόλογες ερμηνείες, πάντως) ενώ στέκεστε σε ένα σημείο και δεν μπορείτε να περπατήσετε. Εδώ κι εκεί κάνετε επιλογές που αλλάζουν τον τερματισμό που θα δείτε, αλλά δεν υπάρχουν πολλές διακλαδώσεις και, τελικά, οι αποφάσεις μοιάζουν περισσότερο με μέθοδο για αύξηση της διάρκειας με ένα νέο playthrough.
Όσο κι αν το σενάριο έχει καλά στοιχεία, όσο κι αν τα γραφικά είναι όμορφα, όσο κι αν οι ερμηνείες είναι καλές, το συνολικό αποτέλεσμα δεν είναι αρκετό για να μπορέσει να στηρίξει μια σκηνή που ξεπερνά τα 10 λεπτά και μας αφήνει να κοιτάμε την πόλη όσο ακούμε διάλογο μέσω ασυρμάτου. Επίσης, οι ατάκες, παρόλο που πράγματι θυμίζουν παλιότερο ντετεκτιβικό νουάρ, παραείναι επιτηδευμένες, σε στιλ «Η ΠΟΛΗ ΕΙΝΑΙ ΔΗΛΗΤΗΡΙΟ ΣΑΝ ΤΟ ΧΑΝΓΚΟΒΕΡ ΜΟΥ ΠΟΥ ΜΕ ΔΙΑΛΥΕΙ».
Σε γενικές γραμμές, πρόκειται για ένα παιχνίδι που αξίζει να δείτε, αν σας αρέσουν οι ιστορίες αυτού του ύφους -είναι σύντομη εμπειρία, διαρκεί περίπου 6 ώρες. Μόνο και μόνο για τον εντυπωσιακό οπτικό τομέα του, σε συνδυασμό με την ιδιαίτερη ατμόσφαιρα, που συνδυάζει στοιχεία από διαφορετικά στιλ, αξίζει να παίξετε μια φορά το παιχνίδι αυτό, αλλά θα πρέπει να περιμένετε λιγότερα απ’ όσα υπόσχεται με τα γραφικά και τη γενικότερη εικόνα του.
Δοκιμάστηκε σε: PS5
Εταιρεία Ανάπτυξης: Critical Hit Games
Εκδότρια Εταιρεία: PLAION
Είδος: Adventure
Pegi: 18+
Ημ/νία Κυκλοφορίας: 16 Ιουλίου 2024
Official website: link
Το παιχνίδι μάς παραχωρήθηκε από την εκδότρια εταιρεία για τις ανάγκες του review.