Το The DioField Chronicle μαζί με το Valkyrie Elysium είναι τα δύο παιχνίδια που ανακοινώθηκαν στις αρχές του χρόνου από την Square Enix.
Το The DioField Chronicle είναι ο τίτλος, που από τα πρώτα του trailer «φέρνει» αισθητικά σε κάτι μεταξύ Final Fantasy XII και Game of Thrones. Δεν είναι η πρώτη φορά που η Square Enix δουλεύει σε αντίστοιχο project, αφού πρόσφατα μας έδωσε και το Triangle Strategy. Αυτό το καινούριο IP μάς προσφέρει μια αρκετά προσβάσιμη, για τον μέσο παίκτη, εμπειρία στρατηγικής και τακτικής με απλό χειρισμό, είναι όμως αρκετή για να ικανοποιήσει και τους σκληροπυρηνικούς φίλους του είδους;
Πλούσιο υπόβαθρο αλλά μέτριο story
DioField ή «νησί των θεών», όπως το χαρακτηρίζουν, είναι το μέρος που διαδραματίζονται τα γεγονότα της -μεγάλης διάρκειας- ιστορίας του τίτλου, που φτάνει κοντά στις 40 ώρες, μαζί με τα cutscenes και τους διαλόγους. Το DioField αποτελεί το μήλο της έριδος μεταξύ δύο συγκρουόμενων αυτοκρατοριών, της Trovelt-Schoevian και της Rowetale Alliance και ο λόγος είναι πως είναι πλούσιο σε jade, βασικό υλικό για την χρήση των μαγικών δυνάμεων. Ο παίκτης χειρίζεται αρχικά μια μικρή ομάδα τεσσάρων μισθοφόρων που εργάζονται για χάρη του Δούκα μιας περιοχής. Η ομάδα σταδιακά εμπλουτίζεται με πολλούς νέους χαρακτήρες. Σκοπός τους είναι να σταματήσουν τον πόλεμο και να φέρουν την ηρεμία στο βασίλειο του Alletain.
Στο μακρύ αυτό ταξίδι θα δούμε κυρίως πολιτικές ίντριγκες, στρατηγικές διαμάχες, αλλά και -σε σημεία- πιο προσωπικές ιστορίες για τον κάθε χαρακτήρα και το background του. Το ρόστερ των χαρακτήρων είναι ενδιαφέρον, αλλά ποτέ το παιχνίδι δεν εμβαθύνει ιδιαίτερα και κύριο λόγο στην ιστορία έχουν οι πολιτικές και κοινωνικές αναταραχές που δεν κεντρίζουν ιδιαίτερα το ενδιαφέρον του παίκτη. Το story, όπως και οι χαρακτήρες, θα λέγαμε πως εν τέλει υπάρχουν απλά για να προχωρά η πρόοδος του παίκτη και δεν είναι αξιομνημόνευτα. Μάλιστα, το ύφος ορισμένων χαρακτήρων, αλλά και οι αποφάσεις της ομάδας, είναι αρκετά ανισόρροπα σε σχέση με την εικόνα που παρουσιάζουν τα Blue Foxes, όπως ονομάζεται η ομάδα των πολεμιστών.
Ένα από τα πιο προσιτά strategy παιχνίδια που έχουμε δει
Με την κλασική (για παιχνίδια του είδους) ισομετρική κάμερα με οπτική top-down θα βρεθούμε στις δεκάδες, αλλά πολύ σύντομης διάρκειας, μάχες του τίτλου. Το “χτίσιμο” του παιχνιδιού ακολουθεί το μοτίβο cutscene-διάλογοι-αποστολή-αναβάθμιση στα headquarters. Ας μιλήσουμε όμως πρώτα για την ίδια την μάχη, η οποία είναι εξ αρχής πολύ ευκολονόητη και θα τη χαρακτηρίζαμε “real time strategy” με αυτόματη παύση, όταν θέλουμε να δώσουμε εντολές. Είναι ένα μοντέλο που θα φανεί προσιτό ακόμη και σε άπειρους με το είδος παίκτες και ποτέ δεν γίνεται πολύπλοκη, ούτε καν προς τον τερματισμό του παιχνιδιού. Αυτό από τη μία κάνει το DioField Chronicle πολύ προσιτό για τους νέους, αλλά όχι τόσο challenging για τους βετεράνους του είδους.
Με τον κέρσορα μπορούμε να επιλέξουμε έναν από τους 4 χαρακτήρες που έχουμε στη μάχη και να του δώσουμε εντολή είτε να μετακινηθεί, είτε να επιτεθεί, είτε τέλος να εκτελέσει ένα από τα skills του. Είναι τόσο απλό όσο ακούγεται, ενώ υπάρχουν και 2-3 πολύ χρήσιμα shortcuts στο χειριστήριο, όπως να επιλέξουμε όλους τους χαρακτήρες μαζί, να τους δώσουμε εντολή να επιτεθούν ή να σταματήσουν με το πάτημα ενός πλήκτρου. Γενικά, έχει γίνει πολύ καλή δουλειά στην προσαρμογή του χειρισμού στις κονσόλες, ενώ βοηθάει πάρα πολύ το γεγονός πως χαρακτήρες, στρατιώτες, τέρατα και εφέ είναι ιδιαίτερα ευδιάκριτα μέσα στις πίστες, οι οποίες είναι μικρές και μοιάζουν οπτικά σαν βγαλμένες από επιτραπέζιο παιχνίδι RPG.
Gameplay που έχρηζε περισσότερων επιλογών, σκέψης και βάθους
Το παράπονο μας όμως με το DioField είναι πως παρά την προσβασιμότητά του, δεν εμβαθύνει ποτέ και οι πολύ σύντομης διάρκειας αποστολές το κάνουν πιο ευχάριστο σαν παιχνίδι, όταν παίζεται σε μικρές “δόσεις”. Βέβαια, σταδιακά υπάρχουν μικρές προσθήκες στο gameplay (νέοι εχθροί, λίγο διαφορετικά objectives, κλπ.), όμως δεν είναι ικανά να δώσουν την απαραίτητη φρεσκάδα και βάθος σε ένα μεγάλης διάρκειας τίτλο, όπως αυτόν.
Οι κύριες κλάσεις των χαρακτήρων είναι 4: οι μαχητές, οι αναβάτες, οι τοξότες και οι μάγοι -καλό είναι σε κάθε αποστολή να έχουμε και από έναν εκ των παραπάνω. Παρά το πλούσιο σε skills σετ κινήσεών τους, υπάρχουν skills που είναι ξεκάθαρα πιο δυνατά από τα υπόλοιπα και θα τα χρησιμοποιήσετε περισσότερο, όπως για παράδειγμα το assassination του μαχητή και το “mounted charge” του καβαλάρη, που απωθεί όλους τους εχθρούς, κάνοντας τους και υπολογίσιμης ποσότητας damage. Ταυτόχρονα, πέρα από τα skills, υπάρχουν και τα summons: τεράστια τέρατα, που το καθένα έχει μια δική του super power, είτε αυτή μπορεί να κάνει damage, είτε να heal-άρει ή ακόμα να buff-άρει τους χαρακτήρες μας.
Πληθώρα από skills και σταδιακές αναβαθμίσεις
Αυτό που δεν καταλάβαμε ποτέ είναι ο λόγος που υπάρχουν τόσοι πολλοί χαρακτήρες για να εντάξουμε στην ομάδα, αφού κανένας τους δεν έχει δικά του skills και τα skills είναι ενσωματωμένα στα όπλα, τα οποία μπορεί να κάνει equip οποιοσδήποτε. Έτσι πραγματικά δεν υπάρχει κανένας λόγος να δοκιμάζετε νέους χαρακτήρες και καλό είναι να παραμείνετε στους ίδιους, αναβαθμίζοντάς τους αναλόγως, ώστε να είναι κοντά στο level της κάθε αποστολής. Γενικά, υπάρχουν τρία επίπεδα δυσκολίας, αλλά το παιχνίδι χαρακτηρίζεται γενικά αρκετά “βατό” εώς εύκολο για έναν έμπειρο στο είδος παίκτη.
Τα headquarters, στα οποία γίνεται η αναβάθμιση πριν τις αποστολές, μοιάζουν πολύ με τα αντίστοιχα ενός τίτλου, όπως το Fire Emblem, με λιγότερους (ευτυχώς) διαλόγους. Μέσω των αρκετά απλοϊκών μενού, αλλά και με χρήση χρυσού και υλικών από τις αποστολές σταδιακά αναβαθμίζουμε όπλα, skills, summons, αλλά και τον γενικότερο εξοπλισμό. Η πρόοδος των αναβαθμίσεων γίνεται αρκετά ομαλά και είναι ένα στοιχείο που το βρήκαμε αρκετά ενδιαφέρον, ώστε να ασχοληθούμε. Με τον τερματισμό του παιχνιδιού υπάρχει η επιλογή “New Game +”, ομως είναι κάπως ανούσια, καθώς οι εχθροί δεν αναβαθμίζονται καθόλου, ώστε να προσφέρουν μεγαλύτερο challenge.
Δεν εντυπωσιάζει, αλλά ούτε απογοητεύει οπτικο-ακουστικά
Οπτικά, όπως προαναφέραμε, οι χαρακτήρες και το γενικότερο σκηνικό μοιάζουν με παιχνίδι Final Fantasy, έχοντας και πινελιές από lore αντίστοιχο με αυτό του Game of Thrones. Τα γραφικά στα περιβάλλοντα μοιάζουν με board game, αλλά και οι χαρακτήρες εικαστικά μοιάζουν με φιγούρες PVC. Γενικά, δεν έχουμε παράπονο από τον οπτικό τομέα, σίγουρα όμως δεν εντυπωσιάζει, ενώ θα μπορούσαν να υπάρχουν και περισσότερα in-game cutscenes, καθώς τα ελάχιστα που υπάρχουν τα βρήκαμε αρκετά εντυπωσιακά. Η αφήγηση πάντως των γεγονότων πριν και μετά από αποστολές γίνεται από τον voice actor του Geralt του The Witcher, ενώ μάλιστα στο soundtrack έχουν δουλέψει καλλιτέχνες από το soundtrack του Game of Thrones.
Η Square Enix με το The DioField Chronicle και την ευκολία πρόσβασης που προσφέρει μπορεί να “ψαρέψει” νέους παίκτες στο είδος του “strategy”, αν και οι βετεράνοι θα ήθελαν σίγουρα περισσότερο βάθος και επιλογές στο gameplay. Το μεγάλης διάρκειας campaign θα μπορουσε να συνοδευτεί με κάτι παραπάνω από ένα μέτριο storyline, ενώ και οι χαρακτήρες, παρότι έχουν τα φόντα, δεν ξεχωρίζουν ιδιαίτερα. Το The DioField Chronicle είναι πολύ καλή επιλογή αν θέλετε κάτι πιο “ανάλαφρο” σε παιχνίδι στρατηγικής και είναι κρίμα που δεν είναι τόσο πλούσιο στον τομέα του gameplay, όσο η διάρκεια του.
Δοκιμάστηκε σε: PS5
Εταιρεία Ανάπτυξης: Square Enix / Lancarse
Εκδότρια Εταιρεία: Square Enix
Είδος: Strategy / RPG
Ηλικίες: 16+
Ημ/νία Κυκλοφορίας: 22 Σεπτεμβρίου 2022
Official website: diofieldchronicle.square-enix
Το παιχνίδι μάς παραχωρήθηκε από την CD Media για τις ανάγκες του review.