Μετά από 9 μόλις επεισόδια, η σειρά The Last of Us φτάνει στο τέλος της πρώτης σεζόν, με ένα φινάλε που μεταφέρει σωστά τα περισσότερα σημεία του παιχνιδιού.
Η πλοκή ακολούθησε πιστά εκείνη του βιντεοπαιχνιδιού, κάνοντας κάποιες παρεμβάσεις εδώ κι εκεί. Σε γενικές γραμμές, η εκδοχή της σειράς τα πήγε περίφημα και το φινάλε είναι σήμερα όσο έντονο ήταν και τότε, την πρώτη φορά, πριν από δέκα χρόνια. Είναι, όμως, και μια υπενθύμιση: το The last of Us λειτουργεί καλύτερα σε μορφή βιντεοπαιχνιδιού.
Ακολουθούν spoilers για τη σειρά και τα παιχνίδια The Last of Us.
Το φινάλε της σειράς The Last of Us -Η εισαγωγή
Μια εξαιρετική ιδέα των δημιουργών: η Ashley Johnson, που έπαιζε την Ellie στα βιντεοπαιχνίδια, στη σειρά ερμηνεύει τη μητέρα της στην εισαγωγή του επεισοδίου 9.
Σε μια σύντομη σκηνή, βλέπουμε τη στιγμή που γεννήθηκε η Ellie, ενώ η Anna, η μητέρα της, πάλευε με έναν μολυσμένο. Μια εισαγωγή γεμάτη ένταση, με μια εξαιρετική Ashley Johnson (αναγνωρίσιμη από το πρώτο δευτερόλεπτο η φωνή της) να δίνει τη σκυτάλη στην Bella Ramsey.
Επίσης, μια σημαντική σκηνή, αφηγηματικά: μαθαίνουμε γιατί η Ellie έχει ανοσία και δεν μπορεί να μολυνθεί από τον μύκητα Cordyceps -κάτι που δεν μάθαμε ποτέ στο παιχνίδι. Εδώ, η μητέρα της δαγκώθηκε πριν κόψει τον ομφάλιο λώρο, η Ellie γεννήθηκε με τον μύκητα και αυτός, όταν μπαίνει μέσα της από ένα δάγκωμα, νομίζει ότι μπήκε σε ήδη μολυσμένο άνθρωπο. Επιτέλους, μια εξήγηση που βγάζει νόημα στο πλαίσιο του κόσμου του The Last of Us!
Επίσης, η σκηνή αυτή αναπτύσσει σημαντικά τον χαρακτήρα της Marlene και δίνει στοιχεία για τη σχέση της με την Ellie.
Μια πάρα πολύ καλή ιδέα, σωστά υλοποιημένη, που βελτιώνει το σενάριο του The Last of Us -και, πάλι, όπως και με άλλες προσθήκες της σειράς, είναι κρίμα που δεν είδαμε κάτι αντίστοιχο στο remake του παιχνιδιού.
Πιστό στην πλοκή του παιχνιδιού
Σε κάθε περίπτωση, αμέσως μετά από την εξαιρετική εισαγωγή, βλέπουμε τον Joel χαρούμενο, για πρώτη φορά από τότε που έχασε την κόρη του. Γελάει, λέει αστεία, ζητά από την Ellie να διαβάσει λογοπαίγνια, της λέει ότι θα της μάθει κιθάρα, κάνει όνειρα ξανά, μετά από πολύ καιρό.
Το φινάλε της σειράς δεν διαφοροποιείται από εκείνο του παιχνιδιού, όσον αφορά στα βασικά σημεία της αφήγησης. Η μόνη διαφορά εντοπίζεται στην εισαγωγή και στην απουσία του gameplay, στην τηλεοπτική εκδοχή -μια απουσία που, τελικά, είναι τεράστιας σημασίας.
Ο Joel ανοίγεται στην Ellie, της μιλά για το παρελθόν του, για την κόρη του, της λέει ότι πήγε να αυτοκτονήσει αφού πέθανε η Sarah, της λέει ότι πλέον βρήκε νέο λόγο για να ζήσει (εκείνη) και της προτείνει να γυρίσουν στον Tommy (στο Jackson, εδώ), να παρατήσουν την αποστολή τους και να ζήσουν εκεί ευτυχισμένοι.
Η Ellie αρνείται. Δεν θα άφηνε να πάνε όλα χαμένα, όσα έκανε, όσα έχασε. Στο σημείο αυτό, αντιστρέφονται οι ρόλοι για πρώτη φορά: ο Joel είναι χαρωπός, γεμάτος με όρεξη και ελπίδα, αλλά η Ellie είναι σκυθρωπή, «χαμένη» στις σκέψεις της.
Το κλίμα είναι μελαγχολικό, όπως και στο παιχνίδι, και η σειρά κατάφερε να μεταδώσει το ύφος σωστά.
Μετά, αφού βλέπουμε τη σκηνή με τις καμηλοπαρδάλεις, στημένη υπέροχα, λίγο ακόμα διάλογο και κάποιες αναφορές στο βιντεοπαιχνίδι, πηγαίνουμε στο τελευταίο κομμάτι: στο νοσοκομείο.
The Last of Us: Το βασικό πρόβλημα της τηλεοπτικής εκδοχής, οι Infected
Εδώ, εντοπίζεται το σημαντικότερο πρόβλημα της τηλεοπτικής εκδοχής του The Last of Us. Όσο κι αν είναι κατανοητή η προσέγγιση (ή έλλειψη μπάτζετ, ό,τι είναι τέλος πάντων) των δημιουργών όσον αφορά στην απουσία των μολυσμένων από την οθόνη μας, τελικά φτάνουμε στην υπερβολή και η αφήγηση χάνει αρκετά. Στο παιχνίδι, ακόμα κι αν εξαιρέσουμε τις προηγούμενες αναμετρήσεις με μολυσμένους, μπορούμε να μιλήσουμε για το φινάλε μόνο.
Πριν φτάσουν στο νοσοκομείο, οι δύο πρωταγωνιστές περνούν από τούνελ και άλλα μέρη γεμάτα με μολυσμένους. Στη σειρά, ο μόνος μολυσμένος που βλέπουμε στο φινάλε εμφανίζεται στην εισαγωγή, με τη μητέρα της Ellie. Αυτό είναι πρόβλημα για αρκετούς λόγους.
Πρώτον, χάνεται η ευκαιρία να δούμε εντυπωσιακές σκηνές μάχης, όπως εκείνη με τον Bloater. Επίσης, πάει κάπως χαμένη η πολύ αξιόλογη δουλειά που έχει γίνει στον σχεδιασμό των μολυσμένων. Ακόμα, πάνε χαμένες οι νέες προσθήκες στο lore, που αφορούν τον τρόπο μετάδοσης του μύκητα και τη συμπεριφορά των μολυσμένων -βλέπουμε ενδιαφέρουσες ιδέες στην αρχή της σεζόν, δεν τις ξαναβλέπουμε μετά…
Όμως, υπάρχει και ένα ακόμα, πιο σημαντικό πρόβλημα: δεν τονίζεται η σημασία της αποστολής των πρωταγωνιστών, της θυσίας τους. Αν όχι σε όλα τα επεισόδια, στο φινάλε, έστω, θα ήταν πολύ χρήσιμη μια υπενθύμιση για το πόσο επικίνδυνος είναι αυτός ο κόσμος, πόσο διαφορετικός από τον σημερινό δικό μας. Μια υπενθύμιση για τη σημασία της αποστολής της Ellie θα ήταν χρήσιμη για να τονιστεί η επιθυμία των ανθρώπων για την ανακάλυψη θεραπείας. Εδώ, το παιχνίδι τα πηγαίνει σαφώς καλύτερα.
Πώς το παιχνίδι κατάφερε να χαραχτεί στη μνήμη μας με το φινάλε
Και δεν τα πηγαίνει μόνο σε αυτό το σημείο καλύτερα η εκδοχή του video game.
Η σκηνή μέσα στο νοσοκομείο, αξιοποιώντας τις δυνατότητες του μέσου των βιντεοπαιχνιδιών, καταφέρνει να ξεχωρίσει.
Στη σειρά, έχει γίνει πάρα πολύ καλή προσπάθεια. Οι σκηνές βίας, όταν ο Joel σκοτώνει όποιον βρίσκεται μπροστά του, για να σώσει την Ellie, έχουν σκηνοθετηθεί με πολύ πετυχημένο τρόπο. Η ατμόσφαιρα είναι κάπως «ονειρική», τα πλάνα κινούνται «ζαλισμένα», η μουσική ταιριάζει πλήρως. Είναι μια αποδοτική μεταφορά, που, όμως, έχει περιορισμούς.
Στο παιχνίδι, στο σημείο αυτό… παίζουμε. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, γιατί η αλληλεπίδρασή μας με τον Joel είναι από τα βασικότερα κομμάτια της αφήγησης. Μπαίνουμε μέσα στο δωμάτιο όπου η Ellie είναι έτοιμη να χειρουργηθεί, βλέπουμε τον γιατρό και τις νοσοκόμες.
Θέλουμε να σώσουμε την Ellie, εμείς, ως Joel, αλλά και ως άτομο που κρατά το χειριστήριο. Ακόμα κι αν νιώθουμε άβολα με τη βία, ειδικά σε περιπτώσεις όπως αυτή, που ασκείται απέναντι σε αθώους, θα το κάνουμε. Θα το κάνουμε αναγκαστικά, γιατί το απαιτεί το παιχνίδι. Θα το κάνουμε, όμως, και επειδή έχουμε δεθεί με τους χαρακτήρες.
Ωστόσο, δημιουργείται εδώ μια διάσπαση ανάμεσα σε εμάς και τον πρωταγωνιστή, σε ένα αφηγηματικό κόλπο που αξιοποιείται πολύ περισσότερο στο δεύτερο παιχνίδι. Στην εκδοχή της σειράς, δεν υπάρχει αυτή η ταύτιση, ούτε αυτή η διάσπαση. Όσο καλά κι αν τα πηγαίνει η μεταφορά του HBO, το παιχνίδι στο φινάλε του «χτυπά» πολύ δυνατότερα. Πάντως, ο Pedro Pascal είναι εκπληκτικός ως Joel στο φινάλε, και η Bella Ramsey, επίσης, ερμηνεύει την Ellie ολόσωστα.
Επίσης, το τελευταίο επεισόδιο καταφέρνει να χωρέσει πολλά γεγονότα σε μικρό χρονικό διάστημα (διαρκεί κάτω από μία ώρα, τα δέκα λεπτά είναι εισαγωγή με Anna και intro), αλλά, όπως και η σειρά στο σύνολό της, θα μπορούσε να έχει λίγο μεγαλύτερη διάρκεια, για να «αναπνεύσουν» οι σεναριακές εξελίξεις.
«I Swear»… «Ok»
Στο τέλος, μετά το νοσοκομείο, τα γεγονότα είναι ίδια στις δύο εκδοχές. Ο Joel λέει ψέματα στην Ellie, σε μια σκηνή που αφήνει πολλά στην κρίση μας. Μπορούμε να σκεφτούμε γιατί το έκανε, να σκεφτούμε αν ήταν σωστή η πράξη του, να φανταστούμε τι θα κάναμε εμείς στη θέση του.
Είναι μια σκηνή με μεγάλο συναισθηματικό βάρος, και με άριστες αφηγηματικές προεκτάσεις. Ωστόσο, όταν τελειώσαμε το παιχνίδι δεν ξέραμε ότι θα υπάρξει και συνέχεια. Το The Last of Us Part II κυκλοφόρησε επτά χρόνια μετά το πρώτο παιχνίδι, και ανακοινώθηκε τρία χρόνια μετά από αυτό.
Για αρκετό καιρό, λοιπόν, θεωρούσαμε ότι το τέλος του πρώτου The Last of Us είναι το τέλος όλης της ιστορίας των χαρακτήρων αυτών και αυτός είναι ένας από τους λόγους που η τελευταία σκηνή ήταν τόσο επιδραστική.
Τώρα, στη νέα εκδοχή, αν έχουμε παίξει το δεύτερο παιχνίδι ξέρουμε τι θα ακολουθήσει, αλλά, αν δεν το έχουμε παίξει, ξέρουμε τουλάχιστον ότι θα ακολουθήσει κάτι. Πάλι, και στην τηλεοπτική του μορφή, το φινάλε είναι εξαιρετικό, ανατριχιαστικό, σε στοιχειώνει και σε βάζει σε σκέψεις. Όμως, ποτέ, καμία νέα προσπάθεια δεν θα μπορέσει να φτάσει το φινάλε του παιχνιδιού και να μας κάνει να νιώσουμε εκείνο το πλάκωμα στο στήθος. Πάντως, στο σύνολό της, η σειρά τα πήγε πολύ καλά.
Χρησιμοποίησε υπέρ της τις δυνατότητες του μέσου και ανέπτυξε σωστά τον κόσμο και τους χαρακτήρες, μας έδωσε μερικές κορυφαίες ερμηνείες και κάποιες έντονες στιγμές. Επίσης, αξιοποίησε άψογα το σενάριο, στήνοντας μέσω ιστοριών δευτερευόντων χαρακτήρων το αφηγηματικό σκέλος του Joel. Όμως, η σειρά «έτρεξε» γρήγορα, ειδικά στα τελευταία επεισόδιά της, και θα ήταν πολύ καλοδεχούμενα δύο ή τρία επιπλέον επεισόδια, για να αντισταθμιστεί η απουσία «bonding» με την Ellie μέσω του gameplay.
Επίσης, θα έπρεπε να έχει περισσότερες σκηνές με μολυσμένους, σίγουρα, ενώ θα μπορούσε να κάνει περισσότερες αλλαγές και παρεμβάσεις, να αλλάξει περισσότερο το πρωτότυπο υλικό. Όπως και να ‘χει, είναι μια πολύ αξιόλογη μεταφορά, πιστή, καλογραμμένη, σκηνοθετημένη και δομημένη με πετυχημένο τρόπο. Περιμένουμε με ανυπομονησία για τη δεύτερη σεζόν, για να δούμε πώς θα χειριστούν τα δυσκολότερα κομμάτια της δυσκολότερης πλοκής του δεύτερου παιχνιδιού…
Μπορείτε να διαβάσετε για τα προηγούμενα επεισόδια εδώ: (πρώτο, δεύτερο, τρίτο, τέταρτο, πέμπτο, έκτο, έβδομο, όγδοο)